Φορτίνο Σαμάνο
Ο Φορτίνο Σαμάνο καπνίζει και σκέφτεται:"Είμαι ότι δεν έζησα, είμαι η βροχή που θα `ρθεινα δροσίσει άγνωστων γυναικών το κορμί.Βράδυ στα κρεβάτια τους πως στενάζουν ξαναμμένες'Ποιος σαμάνος έφερε τούτη τη βροχή!'"
Ο στρατιώτης με τ’ όπλο σημαδεύει και σκέφτεται:"Με μια κίνηση απλή θα του κλέψω ότι έχει ζήσειείμαι ένας μικρός θεός, είμαι ένα στοιχειό.Πάνω από το αίμα του αύριο εδώ την ίδια ώραερπετά θα σέρνονται όπως κάνω κι εγώ!"
Το τελευταίο τσιγάρο κι εκείνο σκέφτεται:"Θα γίνω γέλιο να κρυφτώ σε παιδιά που ξεφαντώνουνο καιρός θα χάνεται ώσπου κάποιο απ’ αυτάθα φωνάξει 'Λιμπερτά!' κι όπως θα κοιτάει τις κάνεςθα βρεθώ στα χείλη του σαν τσιγάρο ξανά!"