Diafanos (Διάφανος)
Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκασαν ξένος σαν ξενάκι σαν παντά ξένος.Κι ήρθε και κατακάθισε πάνω μου σα σεντόνιόλη της γης η σκόνη.Όλη της γης η σκόνη.
Ήρθε με τη σειρά της κι η μαύρη θάλασσαέφερε ένα καράβι ακυβέρνητο.Aνέβηκα σαν άνεμος, ανέβηκα σαν κλέφτης,το ψέμα δεν το βλέπεις;Το ψέμα δεν το βλέπεις;
Στη πλώρη ακουμπισμένος ένας διάφανοςτα κόκαλα μετράει, μένει άφωνος.Τρώει την πέτρα σαν ψωμί ο Καίσαρας Βαλιέχοάλλο αδερφό δεν έχω.Άλλο αδερφό δεν έχω.
Σπιθίζει το τσιγάρο σε κάθε ρουφηξιάη Ισπανία γέρνει κι η μόνη που νικά,η ηδονή που μας γεννά, που παίζει το χαρτί μαςχωρίς τη θέλησή μας.Χωρίς τη θέλησή μας.
Στου δειλινού την άκρη δεν βλέπεις όνειρααυτά που γίναν βλέπεις και τα επόμενα.Βλέπεις τον άνθρωπο μικρό που τον πατάν στ' αλήθειατα πόδια του τα ίδια.Τα πόδια του τα ίδια.