Ερωτόκριτος
Κι'ήπαιρνε το λαγούτον του και σιγανά επορπάτει,κι έτσι τραγούδγενεν γλυκιά ανάρια στο παλάτι.
Ήταν η χέρα ζάχαρη φωνή 'χε σαν αηδόνικάθε καρδιά που το γροικά κλαίει κι 'αναδακρυώνει
Τ' άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάταο κύρης σου μ' εξόρισε εις τη ξενιτιάς στη στράτα
Τέσσερις μέρες μοναχά μου 'δωκε ν' ανιμένωκ' ύστερα να ξενιτευτώ, πολύ μακριά να πηαίνωKαι πώς να σ' αποχωριστώ και πώς θα σου μακρύνωKαι πώς θα ζήσω δίχως σου, το χωρισμόν εκείνο
Κατέχω το κι ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγειρηγόπουλο, αφεντόπουλο σαν είσ εσύ γυρεύγει
Kαι δεν μπορείς ν αντισταθείς σαν θέλουν οι γονείς σουNικούν τηνε τη γνώμη σου κι αλλάζει η γιόρεξη σου
Μια χάρη, αφέντρα, σου ζητώ κι εκείνη θέλω μόνοΚαι μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω:
Την ωρα που αρραβωνιαστείς να βαριαναστενάξειςKι όντε σαν νύφη στολιστείς σαν παντρεμένη αλλάξεις
N' αναδακρυώσεις και να πεις, «Ρωτόκριτε καημένετα σου 'ταζα ελησμόνησα, τα 'θελες μπλιο δεν έναι
Και κάθε μήνα μια φορά φορά μέσα στην κάμαρά σουλόγιαζε ηντά παθα για σε να με πονεί η καρδιά σου
Και πιάσε και τη ζωγραφιά που 'βρες στ'αρμάρι μέσακαι τα τραγούδια που 'λεγα όπου πολύ σ'αρέσαν
Κι ας τάξω ο κακορίζικος πως δεν σ'ήβρα ποτέ μουκι' ένα κεράκι αφτούμενον εβάστου κι'έσβησέ μου
Κι'ας τάξω πως επιάστηκα 'πο μιάς γυναίκας τρίχακι΄ ήσπασε η τρίχα κι'ήχασα στον κόσμο ό,τι κι αν είχα
Λησμόνησε παντοτινά και διώξε κάθε ελπίδακαι πες πως δε με γνώρισες μήτε κι'εγώ πως σ'είδα
Kάλλιά'χω εσέ με θάνατον, παρ' άλλη με ζωή μου,για σένα εγεννήθηκε στον κόσμον το κορμί μου