Ήτανε μια φορά
Ήτανε μια φορά μάτια μου κι έναν καιρόμια όμορφη κυρά αρχόντισσα να σε χαρώ
Μια μικροπαντρεμένη κόρη ξανθήτον κύρη της προσμένει βράδυ πρωί
Ένα Σαββάτο βράδυ καλέ μια Κυριακήτον ήλιο το φεγγάρι, καλέ, παρακαλεί
Ήλιε μου φώτισέ τον φεγγάρι μουπάνε και μίλησέ του για χάρη μου
Γυρίζει κι αρμενίζει καλέ στα πέλαγατους πειρατές θερίζει καλέ και τους χαλά
Στον ήλιο στο φεγγάρι και στη βροχήκαι μένανε μ’ αφήνει έρμη και μοναχή
Γαλέρα ανοίχτηκε μάτια μου με το βοριάστη μάχη ρίχτηκε μάτια μου και στον καυγά
Μέσα σ’ ένα σινάφι πειρατικόείδα φωτιά ν’ ανάβει και φονικό