Το Τραγούδι του Πανάρετου (To Tragoudi tou Panaretou)
Τον ουρανό στοχάζομαι και τσ' ομορφιές του κόσμου.Και σκοτεινό κι ολότυφλο μου φαίνεται το φώς μου.
Γιατί δεν είναι μπορετό κορμί να ξεχωρίσει.Από την ίδια του ψυχή και να μπορεί να ζήσει.
Χωρίς αέρα το πουλί, χωρίς νερό το ψάρι.Πώς είναι τάχα δυνατό νά 'χουνε ζήσης χάρη.
Και ποιος μιάς κόρης όμορφης φιλιά κι αγάπη χάνει.Κι απέ δεν έχει πεθυμιά πάραυτας ν' αποθάνει.
Συχνά πολύ αναστέναξα και με περίσσια ζάλη.Τούτα τα λόγια η γλώσσα μου τα πικραμένα ελάλει.
Γιατί ποια ελπίδα με κρατεί, ποιο θάρρος σ' ποια κρίση,Και δεν αφήνει τη φωτιά του πόθου μου να σβήσει.
Τον ουρανό, τη θάλασσα, τη γή και τον αέρα,Τα άστρα, τον ήλιο το λαμπρό, τη νύκτα, την ημέρα.
Παρακαλώ ν' αρματωθούν, να 'ρθούν αντίδικά μου.Την ώρα π' άλλος θέλει 'μπει, πόθος εις την καρδιά μου.