Mikis Theodorakis "Epitafios | Επιτάφιος" testo

Traduzione in:it

Epitafios | Επιτάφιος

[Θεσσαλονίκη, Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσίς του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουΐζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών - των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της]

Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,πουλάκι της φτωχιάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου, (δις)

Πού πέταξε τ' αγόρι μου; πού πήγε; πού μ' αφήνει;Χωρίς πουλάκι το κλουβί, χωρίς νεράκι η κρήνη. (δις)

Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίωκαι δε σαλεύεις, δε γροικάς τα που πικρά σου λέω; (δις)

Πού πέταξε τ' αγόρι μου; πού πήγε; πού μ' αφήνει;Χωρίς πουλάκι το κλουβί, χωρίς νεράκι η κρήνη. (δις)

-----------------

Μαλλιά σγουρά που πάνω τους τα δάχτυλα περνούσατις νύχτες που κοιμώσουνα και πλάι σου ξαγρυπνούσα,

Φρύδι μου, γαϊτανόφρυδο και κοντυλογραμμένο,-καμάρα που το βλέμμα μου κούρνιαζε αναπαμένο,

Μάτια γλαρά που μέσα τους αντίφεγγαν τα μάκρηπρωϊνού ουρανού, και πάσκιζα μην τα θαμπώσει δάκρυ,

Χείλι μου μοσκομύριστο που ως λάλαγες ανθίζανλιθάρια και ξερόδεντρα κι αηδόνια φτερουγίζαν.

----------------------

Μέρα Ναγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ενέβαινες απάνω

Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνειςάρμεγες με τα μάτια ου το φως της οικουμένης.(δις)

Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκιά, ζεστή κι αντρίκιατόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια

Και μούλεες πως όλα αυτά τα ωραία θάναι δικά μας,και τώρα εσβήστεις κ' έσβησε το φέγγος κ' η φωτιά μας.

-----------------------

Βασίλεψες, αστέρι μου, βασίλεψε όλη η πλάση,κι ο ήλιος, κουβάρι ολόμαυρο, το φέγγος του έχει μάσει.

Κόσμος περνά και με σκουντά, στρατός και με πατάεικ' εμέ το μάτι ουδέ γυρνά κι ουδέ σε παρατάει.

Την άχνα απ' την ανάσα σου νιώθω στο μάγουλό μου,αχ, κι ένα φως, μεγάλο φως, στο βάθος πλέει του δρόμου.

Τα μάτια μου σκουπίζει τα μια φωτεινή παλάμη,αχ, κ' η λαλιά σου, γιόκα μου, στο σπλάχνο μου έχει δράμει.

Και να που ανασηκώθηκα· το πόδι στέκει ακόμα·φως ιλαρό, λεβέντη μου, μ' ανέβασε απ' το χώμα.

Τώρα οι σημαίες σε ντύσανε. Παίδι μου, εσύ κοιμήσου,και εγώ τραβάω στ' εδέρφια σου και παίρνω τη φωνή σου.

-----------------------------

Είσουν καλός κ' είσουν γλυκός κ' είχες τις χάρες όλες,όλα τα χάδια του αγεριού, του κήπου όλες τις βιόλες.(δις)

Το πόδι ελαφροπάτητο, σαν τρυφερούλι ελάφι,πάταγε στο κατώφλι μας κ' έλαμπε σα χρυσάφι.

Νιότη απ' τη νιότη σου έπαιρνα κι ακόμη αχνογελούσα,τα γερατειά δεν τρόμαζα, το θάνατο αψηφούσα.

Και τώρα πού θα κρατηθώ, που θα σταθώ, που θάμπω;που απόμεινα ξερό δεντρί σε χιονισμένο κάμπο;

--------------------------

Στο παραθύρι στέκοσουν κ' οι δυνατές σου οι πλάτεςφράζαν ακέρια τη μπασιά, τη θάλασσα, τις τράτες (δις)

Κι ο ίσκιος σου σαν αρχάγγελος πλημμύριζε το σπίτικαι κει στ' αυτί σου σπίθιζε η γαζία του αποσπερίτη (δις)

Κ' ήταν το παραθύρι μας η θύρα όλου του κόσμουκ' έβγαζε στον παράδεισο που τ' άστρα ανθίζαν, φως μου (δις)

Κι ως στέκοσουν και κοίταζες το λιόγερμα ν' ανάβει,σαν τιμονιέρης φάνταζες κ' η κάμαρα καράβι (δις)

Και μες στο χλιό και γαλανο το απόβραδο - έγια-λέσα -με αρμένιζες στη σιγαλιά του γαλαξία μέσα (δις)

Και το καράβι βούλιαξε κ' έσπασε το τιμόνικαι στου πελάγου το βυθό πλανιέμαι τώρα μόνη (δις)

------------------------------

Νάχα τ' αθάνατο νερό, ψυχή καινούρια νάχα,να σούδινα, να ξύπναγες για μια στιγμή μονάχα,

Να δεις, να πιείς, ναν το χαρείς ακέριο τ' όνειρό σουνα στέκεται ολοζώντανο κοντά σου, στο πλευρό σου.

Βροντάνε στράτες κι αγορές, μπαλκόνια και σοκάκιακαι σου μαδάνε οι κορασιές λουλούδια στα μαλλάκια (δις)

Με τα χεράκια σου τα δυο, τα χιλιοχαϊδεμένα,όλη τη γης αγκάλιαζα κι όλ' ήτανε για μένα.

Βροντάνε στράτες κι αγορές, μπαλκόνια και σοκάκιακαι σου μαδάνε οι κορασιές λουλούδια στα μαλλάκια (δις)

--------------------------

Γιε μου, ποια Μοίρα στό γραφε και ποια μου τόχε γράψειτέτοιον καημό, τέτοια φωτιά, στα στήθεια μου ν' ανάψει; (δις)

Γλυκέ μου, εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι.Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε (δις)

Epitafio

[Salonicco, maggio 1936. Una madre in mezzo alla strada piange suo figlio ucciso. Intorno a lei il frastuono e le grida dei dimostranti, operai della manifattura di tabacco in sciopero. La madre continua il suo lamento]

Figlio, viscere delle mie viscere, cuore del mio cuore,passero del povero cortile, fiore della mia solitudine, (bis)

Dov'è volato il mio ragazzo? Dov'è andato? Dove mi lascia?La gabbia è rimasta senza ucello, senz' acqua la fontana(bis)

Perché hai chiuso gli occhi e non mi vedi piangeree immobile non senti le mie parole amare? (bis)

Dov'è volato il mio ragazzo? Dov'è andato? Dove mi lascia?La gabbia è rimasta senza ucello, senz' acqua la fontana(bis)

-------------------

Riccioli dei capelli su cui passavo le mie ditale notti che dormivi e ti vegliavo accanto;

folte sopraciglia, con grazia disegnate,volta dove il mio sguardo s' appollaiava riposato;

occhi sereni dove si specchiava l'infinito di un cielo mattutinoe mi affannavo perché non li velassero le lacrime;

di muschio ti profumava la bocca e se parlavifiorivano ciottoli e sterpi e volavano usignoli.

----------------------

Un giorno di maggio mi hai lasciato, un giorno di maggio ti ho perduto,nella primavera che amavi, bimbo, quando salivi

sul terrazzo a guardare e senza mai saziartisprizzavi con gli occhi la luce del' universo.(bis)

E con la voce dolce, calda e virile raccontavitante cose quanti sono i ciottoli del mare,

e tutte queste cose belle - dicevi - saranno nostre un giornoe invece ti sei spento e si è spenta la nostra luce e il fuoco. (bis)

---------------------------

Sei tramontata, mia stella,è tramontato tutto il firmamento,e il gomitolo nero del sole ha avvolto la sua luce.

La gente passa e mi spinge, i soldati mi calpestanoma non si girano i miei occhi, non si staccano da te.

Sento sulle mie guance il profumo del tuo respiro,e vedo una luce, una luce abbagliante sommergere la strada.

Mi asciuga gli occhi una mano luminosae la tua voce, bimbo, mi arriva fino al cuore.

Ecco: mi sono alzata. Reggono ancora le mie gambe.Quella luce raggiante mi ha fatto sollevare.

Ora ti hanno vestito di bandiere. Ragazzo mio, tu dormi,io vado dai tuoi fratelli a portare la tua voce.

-----------------------------

Eri buono, eri dolce, e avevi tutte le grazie,tutte le carezze dl vento, le viole del giardino.(bis)

Il tuo passo leggero di cerbiattosfiorava la nostra soglia e brillava come oro.

La tua giovinezza mi dava gioventù, sapevo ancora sorrideree senza temere la vecchiaia la morte disprezzavo.

Ma dove mi appoggerò, dove potrò trovar riparoora che sono rimasta un albero secco in un campo di neve?

-------------------------

Stavi davanti alla finesra e le tue spalle larghesbarravano alla vista le reti, il mare, l' orizzonte (bis)

e la tua ombra inondava la casa come un arcangeloe sul tuo orecchio, come una mimosa, spiumava la stella della sera(bis)

La nostra finestra era l' ingresso del mondo interoe dava sul paradiso dove fiorivano le stelle (bis)

E mentre tu guardavi accendersi il tramontosembravi un timoniere e la camera una nave (bis)

E nel tepore azzurro della sera - oh issa! -facevi rotta per la quiete della via lattea (bis)

Ma il timone si è rotto e la nave è inabissatae ora vago da sola nel profondo del mare (bis)

----------------------------

Avessi l' acqua immortale, o un' anima nuova avessida infonderti, per risvegliarti solo un momento,

darti la luce, la parola, far vivere intatto accanto a teil sogno della tua felicità.

Rintronano le strade e le piazze, i vicoli e i balconie le ragazze spiumano fiori sopra i tuoi capelli (bis)

Con le tue piccole mani, mille volte accarezzate,abbracciavo il mondo intero e tutto mi apparteneva.

Rintronano le strade e le piazze, i vicoli e i balconie le ragazze spiumano fiori sopra i tuoi capelli (bis)

------------------------------

Dov' era scritto, figlio, quale destino teneva in serboquesto dolore, quest' arsura che mi si è accesa in petto? (bis)

Dolcezza mia, non ti sei perso tu, vivi nelle mie vene.Figlio, nelle vene di tutti penetra e vivi (bis)

Qui è possibile trovare il testo Italiano della canzone Epitafios | Επιτάφιος di Mikis Theodorakis. O il testo della poesie Epitafios | Επιτάφιος. Mikis Theodorakis Epitafios | Επιτάφιος testo in Italiano. Può anche essere conosciuto per titolo Epitafios Epitaphios (Mikis Theodorakis) testo. Questa pagina contiene anche una traduzione, e cosa significa, Epitafios Epitaphios senso.