Ta limania (Τα λιμάνια)
Πόσο γρήγορα ο καιρός μας προσπερνάεισαν εχθές ήταν που μ’ άφησες εσύμ’ ένα γεια σου που ξεθώριασε και πάεισε αγκάλιασε η νύχτα κι η σιωπή
Πάντα μόνη σου θα είσαι να το ξέρειςπώς θα κλαις γι’ αυτά που έχεις αρνηθεί,θα πονάς, θα με ζητάς, θα υποφέρειςθα γυρνάς στα μέρη που ήμασταν μαζί,και θα με ψάχνεις στα λιμάνιαεκεί που δένουν τα καράβιαθα ρωτάς, θα με ψάχνεις στις πλατείεςστις σκοτεινές τις συνοικίεςθα γυρνάς
Ό,τι σκέφτεσαι, ό,τι νιώθεις κι ό,τι αγγίζειςθα ’ναι μόνο εμπειρίες βιαστικέςκαι αυτά που τελικά εσύ ελπίζειςδε θα βρεις ποτέ σε άλλες αγκαλιές,και θα με ψάχνεις στα λιμάνιαεκεί που δένουν τα καράβιαθα ρωτάς θα με ψάχνεις στις πλατείεςστις σκοτεινές τις συνοικίεςθα γυρνάς