Nikisame (Νικήσαμε)
Κοιμήθηκε ο πολεμιστής στην αγκαλιά της πάνωΤον ύπνο τον αξύπνητο, το γητευτή, τον πλάνοΚι εκείνη του τραγούδαγε γι’ ανατολή και δύσηΚι εκείνη τον νανούριζε σαν να `ταν να ξυπνήσει
Αστέρια τον φιλούσανε και τα κλαδιά λυγίσανεκαι τον παρακαλούσανε, ξύπνησε και νικήσαμεξύπνησε και νικήσαμε...
Στα χέρια το τουφέκι του, το καπνισμένο δένειστον Άδη να τον σέβονται οι άλλοι πεθαμένοιΓια τη ζωή πολέμησε, τη λευτεριά, το δίκιοκαι χάθηκε αμούστακος, με θάνατο αντρίκιο
Αστέρια τον φιλούσανε και τα κλαδιά λυγίσανεκαι τον παρακαλούσανε, ξύπνησε και νικήσαμεξύπνησε και νικήσαμε...