Gie mou, gie mou (Γιε μου, γιε μου)
Γιε μου, είν’ ο πόνος μου αβάσταχτος καλέ μουπου σε βλέπω σαν ξερόφυλλο του ανέμουστη ζωή κυνηγημένος να γυρνάς
Γιε μου, δεν τον άκουσες τον δόλιο σου πατέραπαρασύρθηκες και μέρα με τη μέραείσαι είκοσι χρονών κι όμως γερνάς
Γιε μου, τι περιμένεις, πε μουσ’ έναν δρόμο λασπωμένοθα ’σαι πάντα σαν δεντρί ξεριζωμένοδίχως μοίρα, δίχως ήλιο κι ουρανό
Γιε μου, τον καημό μου συλλογίσουγύρνα σπίτι να γλυκάνω την πληγή σουγιε μου, γιε μου, πώς πονώ
Γιε μου, είν’ οι άνθρωποι απάνθρωποι καλέ μουοι αρχόντοι είν’ εμπόροι του πολέμουκαι γελούν όταν το δάκρυ μας κυλά
Γιε μου, μην πιστεύεις σε κανέναν ακριβέ μουως κι οι φίλοι σου χαρήκανε, Θεέ μουπου ’χεις πέσει τώρα τόσο χαμηλά