Tin pórta anoígo to vrády (Την πόρτα ανοίγω το βράδυ)
ην πόρτα ανοίγω το βράδυ,τη λάμπα κρατώ ψηλά,να δούνε της γης οι θλιμμένοι,να ’ρθούνε, να βρουν συντροφιά.
Να βρούνε στρωμένο τραπέζι,σταμνί για να πιει ο καημόςκι ανάμεσά μας θα στέκειο πόνος, του κόσμου αδερφός.
Να βρούνε γωνιά ν’ ακουμπήσουν,σκαμνί για να κάτσει ο τυφλόςκι εκεί καθώς θα μιλάμεθα ’ρθει συντροφιά κι ο Χριστός.