Oso varun ta sidera (Όσο βαρούν τα σίδερα)
Όσο βαρούν τα σίδερα, αμάν-αμάν,βαρούν τα μαύρα ρούχα,γιατί τα φόρεσα κι εγώ, κόσμε ψεύτη,για μια αγάπη, που 'χα.
Αμάν, είχα και υστερήθηκα το μωρό μου,θυμούμαι και εστενάζω,άνοιξε γης μέσα να μπω, κόσμε ψεύτη,κόσμο να μην κοιτάζω.