Mary (Μαίρη)
Η Μαίρη η περίφημη αρτίσταΠου έντυνε τις νότες της μετάξι και χρυσόΞεγέλαγε τ' αγόρια απ' την πίσταΤους χάριζε ένα όνειρο που ήτανε μισό.
Δεν κάνει πια για μένα η επαρχίαΜου είπε και το έγραψε στα τζάμια τα θολάΤαξίδεψε να βρει την ευτυχίαΣε φώτα και μαρκίζες που υπόσχονταν πολλά.
Συχνά ονειρευότανεΠως τάχα παντρευότανεΚαι έκανε παιδιάΣυχνά ονειρευότανεΑστέρι πως γινότανεΚι ησύχαζε η καρδιά.
Παίξε ταξίμιΓια το αγρίμιΠου κρύβω στην ψυχήΔώσ' μου κουράγιοΓια το ναυάγιοΔεν είχα άγιο εγώ μες στη ζωή.
Κυλούσε στους ανέμους φυλλαράκιΤη βρίσκαν στο δυάρι της... του κόσμου τα δεινάΜια νύχτα κάπου στο ΜοναστηράκιΚατέληξε παιχνίδι στα χέρια του Μηνά.
Η Μαίρη που δεν πήγε σ' άλλα μέρηΠου έζησε να κάνει χατίρια αλλονώνΔραπέτευσε -απ'τον έκτο- μεσημέριΤη μέρα που γινότανε τριάντα δύο χρονών