Αράχνη
Πιασμένος σε παγίδα κι έχουν περάσει χρόνιαστην πόρτα σου γυρνάω κάθε πρωί.Στη σκέψη σου αρρωσταίνω, στέκω, βαριανασαίνω,θυμάμαι όταν σε είχα πρωτοδεί...
Δε μένει εδώ κανείς,μόνο τα δέντρα μείναν ίδιακι άδειοι δρόμοι με σκουπίδια.Δε μένει εδώ κανείς,σκληρό το φως που ξημερώνει,σα μεθυσμένο μ’ ανταμώνεικαι με λιώνει.
Ξεπούλησα το νού μου κορόϊδο του εαυτού μουαράχνη σ’ ακατοίκητο ουρανόνομίζω τα `χω χάσει δε σ’ έχω ξεπεράσεικοιτάζω το κουδούνι σου: αδειανό.
Δε μένει εδώ κανείς,μόνο τα δέντρα μείναν ίδιακι άδειοι δρόμοι με σκουπίδιαΔε μένει εδώ κανείς,σκληρό το φως που ξημερώνει,σα μεθυσμένο μ’ ανταμώνεικαι με λιώνει.