Proxenio | Προξενιό
Συμπεθέροι και κουμπάροιέστησαν χορόπάνω στης πατρίδος μουτο χώμα το ιερό
Έτρωγαν και έπινανγια ένα προξενιόνα παντρέψουν την Ευρώπημε του Έλληνα τον γιο.
Είχε προίκα ο Έλληναςπου ζήλευε η Ευρώπηήλιο, θάλασσα, βουνάπου δεν είχαν άλλοι τόποι.
Μα ήτανε λογοδοσμένοςμες την ιστορίαμε μια όμορφη κυράτην Ελευθερία.
Βρε κουμπάροι λωποδύτεςπαραγιοί και παρανύφεςάιντε σχόλασε ο γάμοςάιντε κλαίνε τώρα οι νύμφεςΣυμπεθέροι απατεώνεςφαρισαίοι και τελώνεςη Πατρίδα δεν πωλείταιστον αιώνα στους αιώνες.
Συνοικέσια έκανανκάτω απ” το τραπέζικαι τους δούλους κέρναγανμια στάλα πετιμέζι.
Κι οι προδότες οι κουμπάροιέδιναν τα χέριακι ανταλλάσαν του χειμώνεςμε τα καλοκαίρια
Έπαιζαν τα όργανακι έστηναν το γλέντιαφέντες για να γίνουνεστην θέση του αφέντη.
Παραμύθια πούλαγανκι έταζαν δαχτυλίδιακαι τη νύφη έλουζανμ” αρώματα στολίδια.
Βρε κουμπάροι λωποδύτεςπαραγιοί και παρανύμφεςάιντε σχόλασε ο γάμοςάιντε κλαίνε τώρα οι νύφεςΣυμπεθέροι απατεώνεςφαρισαίοι και τελώνεςη Πατρίδα δεν πωλείταιστον αιώνα στους αιώνες.
Βρε κουμπάροι λωποδύτεςπαραγιοί και παρανύμφεςάιντε σχόλασε ο γάμοςάιντε κλαίνε τώρα οι νύφεςΒρε κουμπάροι λωποδύτεςδανειστές και τραπεζίτεςη Πατρίδα δε πωλείταισε κανέναν δεν πωλείται
Βρε κουμπάροι εντολοδόχοιτο” χει η ψυχή μας το” χειτην Πατρίδα όταν ζητάνεη απάντηση είναι όχιΟ Έλληνας ρε τοκογλύφοιεκεί που έφτυσε δε γλύφεικι άμα σκάσει η φοβέραθα φωνάζουνε αέρα.