Αγάπη
Κι ήμουν στο σκοτάδι.Κι ήμουν το σκοτάδι.Και με είδε μια αχτίδα.
Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό τηςκι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!
Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν ότιδεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.