Anoikse Mana Anoikse (Άνοιξε, μάνα, άνοιξε)
Σήκω, μανούλα μου γλυκιά,και τρέξε να μ’ ανοίξεις,το ξεγραμμένο σου παιδίστην αγκαλιά να σφίξεις.
Άνοιξε, μάνα, άνοιξε,δεν σου χτυπάει ξένος,χτυπάει ο γιος σου, μάνα μου,ο παραστρατημένος.
Σε πίκρανα, σε πλήγωσακαι γέρασες για μένα,μα τώρα, όμως, όλα αυτάας είναι ξεχασμένα.
Άνοιξε, μάνα, άνοιξεδεν σου χτυπάει ξένος,χτυπάει ο γιος σου, μάνα μου,ο παραστρατημένος.
Μια πόρτα ανοίγει διπλανήκαι μου φωνάζει ένας:"Σ’ αυτό το σπίτι μη χτυπάςγιατί δε ζει κανένας!"